Περί Φωτίσεως

 

της Μαρίας Βρέντζου

Στις δημοτικές εκλογές μίας ανώνυμης, τελείως απροσδιόριστης χώρας, το ποσοστό των λευκών ψήφων φτάνει το 83%. Οι άνθρωποι της εξουσίας χαρακτηρίζουν το γεγονός ως χτύπημα στη δημοκρατική ομαλότητα. Έτσι λοιπόν η χώρα τίθεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης από την αμετανόητη κυβέρνηση και τους υποστηριχτές της. Αλλά και τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν αλλάζουν τακτική. Το πολιτικό σύστημα αδυνατώντας να εισπράξει την μεταμέλεια των πολιτών, οι οποίοι έχουν ψηφίσει με όλους τους τύπους και νόμους, προσπαθεί να τους ενοχοποιήσει. Τα δύο μεγάλα κόμματα, δηλαδή το κόμμα της δεξιάς και το κόμμα του κέντρου, τρέπονται σε φυγή από την πρωτεύουσα της χώρας, θέτοντάς την παράλληλα σε κατάσταση πολιορκίας. Στρατός και αστυνομία έχουν πλέον αποσυρθεί. Υπάρχει μεγάλο κενό εξουσίας, όμως οι πολίτες επιδεικνύοντας μεγάλη ωριμότητα και αλληλεγγύη παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους, με συνέπεια η κοινωνία να συνεχίσει να λειτουργεί ομαλά. Η κυβέρνηση, αρνούμενη να κοιταχτεί στον καθρέφτη προκειμένου να εντοπίσει να ψεγάδια της, ψάχνει για έναν υποκινητή. Τον εντοπίζει στη γυναίκα του γιατρού, την ηρωίδα του «Περί τυφλότητας», βιβλίου του Σαραμάγκου όπου όλοι οι πολίτες της ίδιας πρωτεύουσας τυφλώνονται, εκτός απ’ την ίδια. Συνέχεια